Adaptive Learning

Η εταιρεία Kaplan προσπάθησε πρώτη να εφαρμόσει την προσαρμοστική μάθηση στη Nέα Υόρκη. Η προσπάθειά της δε στέφθηκε με επιτυχία. Το 2008, όταν η εταιρεία Knewton ξεκίνησε η δημιουργία πλατφόρμας προσαρμοστικής μάθησης, σχεδόν κανείς δεν είχε ακούσει για την προσαρμοστική μάθηση, μόνο μια χούφτα ακαδημαϊκών ειδικών και ερευνητών.

Αναζητείστε στο Google τις λέξεις “προσαρμοστική μάθηση” σήμερα και θα βρείτε εκατομμύρια αποτελέσματα αναζήτησης. Είναι ευχάριστο να βλέπουμε περισσότερους ανθρώπους να μιλάνε για την προσαρμοστική μάθηση και περισσότερες εταιρείες να δεσμεύονται για την εξατομίκευση της εκπαίδευσης.

Παράλληλα οι λέξεις “προσαρμοστικά” και  “εξατομικευμένα” έχουν γίνει εκπαιδευτικές λέξεις κλειδιά. Αυτοί οι όροι χρησιμοποιούνται τόσο συχνά και για ένα τόσο ευρύ φάσμα προϊόντων και υπηρεσιών που θα μπορούσατε σχεδόν να σκεφτείτε ότι οποιοδήποτε εκπαιδευτικό εργαλείο με ψηφιακό δομικό στοιχείο θα μπορούσε να θεωρηθεί “προσαρμοστικό”.

Τι σημαίνει, λοιπόν, προσαρμοστική μάθηση;

Η προσαρμοστική μάθηση είναι μια εκπαιδευτική μέθοδος που χρησιμοποιεί τους ΗΥ ως διαδραστικά εργαλεία! Οι υπολογιστές προσαρμόζουν το υλικό με βάση τις μαθησιακές ικανότητες του κάθε μαθητή χρησιμοποιώντας την πληροφορική, την ψυχολογία και άλλα εκπαιδευτικά πεδία.

Οι εκπαιδευτικοί μπορούν να:

  • Δημιουργήσουν χωριστά μαθήματα για τον κάθε μαθητή.
  • Γνωρίζουν τι γνωρίζει και τι δε γνωρίζει ο μαθητής και πως κατανοεί καλύτερα. Με τη βοήθεια μας δε χρειάζεται να σχεδιαστεί ένα μάθημα για όλους αλλά χωριστό για τον κάθε μαθητή.
  • Ομαδοποιήσουν τους μαθητές με βάση τον τρόπο που μαθαίνουν καλύτερα.
  • Να δουλέψουν ως ομάδα και να συνεργαστούν και να μοιραστούν ερωτήσεις και τους επιτυχημένους τρόπους διδασκαλίας.
  • Να δουν ανώνυμα πως αποδίδει ο κάθε μαθητής σε σχέση με το:
    • Υπόλοιπο της τάξης
    • Υπόλοιπο της γεωγραφικής περιοχής
    • Υπόλοιπο άλλων φίλτρων που θέλουν να εφαρμόσουν

Παλαιότερες έρευνες εξέταζαν τον τρόπο με τον οποίο, κατά μέσο όρο, οι μαθητές είχαν καλύτερη απόδοση σε μαθήματα που λειτουργούσαν με προσαρμοστικές ασκήσεις σε σχέση με εκείνες που δεν είχαν.

Περαιτέρω ανάλυση δείχνει ότι οι προσαρμοστικές ασκήσεις για τους μαθητές που δυσκολεύονται μειώνει το κενό μεταξύ αυτών και των μαθητών με υψηλές επιδόσεις σε παρόμοιες ασκήσεις. Το κλείσιμο αυτού του κενού είναι μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις που μπορούν να αντιμετωπίσουν οι εκπαιδευτές στην τάξη.

Στο βιβλίο «Μειώνοντας το χάσμα: Πώς βοηθούν οι προσαρμοστικές ασκήσεις τους αδύνατους μαθητές», οι Hillary Green-Lerman και Kevin Wilson μελέτησαν 48.202 φοιτητές που χρησιμοποίησαν ένα διαδικτυακό εργαλείο εξάσκησης για τα εγχειρίδια φυσικών επιστημών επιπέδου κολεγίου την άνοιξη του 2014. Πέρα από τις συνηθισμένες ασκήσεις στο σπίτι ,οι μαθητές που δεν έδειξαν να κατανοούν πλήρως τις έννοιες που μάθαιναν έλαβαν προσαρμοστικές ασκήσεις. Αυτές οι προσαρμοστικές ασκήσεις παρουσιάζουν μια εξατομικευμένη σειρά ερωτήσεων που σχεδιάστηκαν για να αντιμετωπίσουν τις ατομικές δυνατότητες και αδυναμίες κάθε μαθητή.

Η ερευνητική ομάδα του Knewton διαπίστωσε ότι οι μαθητές στους οποίους δόθηκαν προσαρμοστικές ασκήσεις μετά από τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν με τις αρχικές εργασίες που τους είχαν ανατεθεί, εμφάνισαν βελτίωση μεταξύ τεσσάρων και δώδεκα μονάδων σε επόμενες εργασίες σε σχέση με τους συμμαθητές τους που δεν τους είχαν δοθεί ανάλογες ασκήσεις.

Οι μαθητές με χαμηλότερη απόδοση θα έχουν περιθώριο μεγαλύτερης βελτίωσης από εκείνους με υψηλή απόδοση. Έτσι, οι Green-Lerman και Wilson μείωσαν τη βαθμολογική διαφορά μεταξύ των σπουδαστών υψηλότερης και χαμηλότερης απόδοσης. Λαμβάνοντας υπόψη αυτή τη διόρθωση, εξακολουθούν να βλέπουν μια μέση βελτίωση τριών έως οκτώ βαθμών.

Το διαδικτυακό εργαλείο εξάσκησης που συζητήσαμε εδώ χρησιμοποιεί ένα μικρό μέρος του τι μπορεί να κάνει για τη βελτίωση των μαθησιακών αποτελεσμάτων. Η ερευνητική μας ομάδα συνεχίζει να επικυρώνει την αποτελεσματικότητα της προσαρμοστικής μάθησης και σχεδιάζει να συνεχίσει να μοιράζεται τα ευρήματά της.

 

Εκπαιδευτήρια Ε. Μαντουλίδη

 

Μετάβαση στο περιεχόμενο